Υπόγειοι μύκητες του γένους Tuber στην Ελλάδα
Οι υπόγειοι μύκητες (ή λαϊκώς επονομαζόμενοι υπόγεια μανιτάρια) στην Ελλάδα και κυρίως αυτοί που φύονται κάτω από τα διάφορα δασικά είδη δέντρων και θάμνων, αποτελούν ένα αξιόλογο πεδίο έρευνας με σκοπό την γνώση αλλά και την εμπορική εκμετάλλευση για κερδοφορία και ευημερία κυρίως των ορεινών και ημιορεινών πληθυσμών της χώρας.
Από τα γένη και είδη υπόγειων μυκήτων που έχουν καταγραφεί στον ελλαδικό χώρο, μόνο τα είδη του γένους Terfezia & του γένους Tuber είναι αυτά που έχουν εμπορική, γευστική και διατροφική αξία.
Οι τρούφες είναι μανιτάρια που αναπτύσσονται μέσα στο έδαφος σε βάθος 8 έως 15 περίπου εκατ. Έχουν σχήμα κονδύλου, το μέγεθος τους κυμαίνεται συνήθως από 2-7 εκατ. ενώ το χρώμα τους ποικίλει από γκριζόμαυρο έως ωχρόλευκο.
Αποτελούν την κορωνίδα της γαστρονομίας, καθώς φημίζονται για το θεσπέσιο άρωμά τους, ενώ περιέχουν πρωτεΐνες, αμινοξέα, φυτικές ίνες, πολλά ιχνοστοιχεία και βιταμίνες.
Τρούφες ονομάζονται οι υπόγειες καρποφορίες μιας ομάδας Ασκομυκήτων που συμβιώνουν με τις ρίζες ορισμένων ειδών φυτών, ιδιαίτερα δασικών δένδρων. Οι μύκητες που συμβιώνουν με ρίζες φυτών ονομάζονται μυκορριζικοί.
Από τη συμβίωση φυτών και μυκήτων ωφελούνται και τα δύο είδη οργανισμών, φυτά και μύκητες. Οι μυκηλιακές υφές είναι ένα δίκτυο πολύ λεπτών, μικροσκοπικών σωλήνων που περιβάλλουν τα λεπτά ριζικά τριχίδια των φυτών.
Οι μύκητες απομυζούν από τα φυτά κυρίως υδατάνθρακες αλλά ταυτόχρονα διασπώντας με τη βοήθεια των ενζύμων τους μεγαλομοριακές ενώσεις προμηθεύουν τα δένδρα που τους φιλοξενούν νερό, αζωτούχες ουσίες αλλά πλήθος ιχνοστοιχείων.
Ανάλογα με την εποχή ωρίμανσης οι τρούφες του γένους Tuber κατατάσσονται σε καλοκαιρινές, φθινοπωρινές ή χειμωνιάτικες. ενώ με βάση το εξωτερικό τους χρώμα χαρακτηρίζονται σαν άσπρες ή μαύρες.
Τα κυριότερα είδη τρούφας αυτού του γένους με αυξημένη εμπορική και γευστική αξία είναι τα ακόλουθα:
- Tuber aestivum (Θερινή μαύρη τρούφα),
- Tuber aestivum f. uncinatum (Φθινοπωρινή μαύρη τρούφα),
- Tuber melanosporum (Μαύρη μελανόσπορη τρούφα),
- Tuber brumale (Χειμερινή μαύρη τρούφα),
- Tuber magnatum (Πολύτιμη λευκή τρούφα),
- Tuber borchii (Μπόρκειος τρούφα).
Το γένος Tuber έχει καταγραφεί με έντεκα (11) είδη σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας από το εργαστήριο Δασικής Φυτοπαθολογίας & Μυκητολογίας του Ινστιτούτου Δασικών Ερευνών Θεσσαλονίκης με επιστημονικό υπεύθυνο τον γνωστό μυκητολόγο Δρ. Στέφανο Διαμαντή και επιστημονικό συνεργάτη και αρμόδιο για την ταυτοποίηση όλων των δειγμάτων μανιταριών και υπόγειων μυκήτων (τρούφες) που φθάνουν στο εργαστήριο, κ. Βασίλειο Χριστόπουλο (συντάκτη του άρθρου και δημιουργό του Blog).
Είδος Tuber aestivum & Tuber aestivum forma uncinatum
Έιδη κοινά στα δάση της Ελλάδα και ειδικότερα στη ζώνη της δρυός (300 μέτρα και πάνω). Χαρακτηρίζονται η μεν πρώτη ως μαύρη θερινή τρούφα και συλλέγεται από αρχές Απριλίου μέχρι και τέλος Σεπτεμβρίου και η δεύτερη ως φθινοπωρινή και συλλέγεται από μέσα Σεπτεμβρίου ώς και τον Ιανουάριο αν ο καιρός είναι καλός με αργοποριμένο χειμώνα. Είδη δέντρων στα οποία έχουν καταγραφεί: Quercus coccifera (πουρνάρι), Q. pubescens (χνουδωτή δρυς) & Carpinus orientalis (γαύρος ο ανατολικός).
Είναι είδος με όχι και τόσο εκλεπτυσμένα αρώματα, αλλά έντονα εμπορικό λόγω του γεγονότος ότι καλλιεργείται εύκολα σε τεχνητές φυτείες με εξαιρετικά μεγάλα καρποσώματα. Φυσικά το μέγεθος είναι σχετικό και έχει σχέση με πάρα πολλούς άλλους παράγοντες που προηγούνται της φύτευσης.
Μακροσκοπικά Χαρακτηριστικά
Χρώμα : καστανό έως καστανόμαυρο με μια ελαφρά κατά τόπους απόχρωση του γκρι
Σχήμα : Σφαιρικό προς το ακανόνιστο, ελαφριά λοβωτό, διαμέτρου 5.5-6.2 cm περίπου, χωρίς κοίλωμα στη βάση
Περίδιο : Αρκετά παχύ, αποτελούμενο από καστανά έως καστανόμαυρα, ευδιάκριτα με γυμνό μάτι, ογκίδια πολυγωνικά – πυραμιδοειδή, διασπασμένα κατά περίπτωση σε ακτινωτά μέρη ελαφρώς οξυμένα στην κορυφή, με διαστάσεις βάσης από 4 έως 7 mm. Η τομή του περιδίου εμφανίζει σφαιρικά και πολυγωνικά κύτταρα που όλα μαζί δημιουργούν μορφή ψευδοπαρεγχύματος.
Θρόμβος ( περίτεχνος εσωτερικός διάκοσμος): Σαρκώδης, χρώματος ανοικτού γκρι έως ανοικτού κανελί. Στείρες περιοχές χρώματος υπόλευκου έως λευκού που αναστομώνονται και συνήθως εκτείνονται από το περίδιο ως το κέντρο του καρποσώματος. Γόνιμες περιοχές χρώματος ανοικτού γκρι – κανελί με ολιγάριθμα ασκοσπόρια και πολλούς ανώριμους ασκούς που δεν έχουν ακόμα πλήρως διαμορφωθεί. Η διάκριση των γόνιμων και των στείρων περιοχών δεν είναι εύκολη, λόγω ανωριμότητας του δείγματος.
Οσμή : Έντονη ευχάριστη.
Μικροσκοπικά Χαρακτηριστικά
Ασκοί: Διαστάσεων 80-100 x 60-75 μm, αποτελούμενοι από 1-4 (5) σπόρια, σφαιρικοί έως ελλειψοειδείς, με κατά περίπτωση κοντό και πεπλατυσμένο ποδίσκο.
Σπόρια : Χρώματος καστανοκίτρινου, ελλειψοειδή έως ημισφαιρικά, διαστάσεων 25-30 x 18-22 μm. Η επιφάνεια των σπορίων καλύπτεται από κατά τόπους κοντές κάθετες ακίδες και από δίκτυο με μορφή κυψέλης αποτελούμενο από ακανόνιστα πολυγωνικά χωρεία, με αριθμό 3-4 κατά μήκος της μέγιστης διάστασης του σπορίου (μήκος).
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Χαρακτηριστικά όπως η εποχή συλλογής, η απουσία κοιλότητας στη βάση του καρποσώματος, τα έντονα οξυμένα ογκίδια στην επιφάνεια και οι διαστάσεις των σπορίων διαχωρίζουν τα συγκεκριμένα είδη από το κατά πολλά παρόμοιο είδος μύκητα T. mesentericum.
Είδος Tuber melanosporum
Έιδος σπάνιο στα δάση της Ελλάδα σε άγρια μορφή (μέχρι τώρα). Έχει καταγραφεί μέχρι τώρα μόνο στη ζώνη της δρυός (450 μέτρα περίπου). Χαρακτηρίζεται ως μαύρη χειμερινή τρούφα και συλλέγεται από αρχές Δεκεμβρίου μέχρι και τέλος Μαρτίου όταν ο καιρός συνεχίζει να είναι ψυχρός. Είδη δέντρων στα οποία έχει καταγραφεί: Σε Q. pubescens (χνουδωτή δρυς) & σε Carpinus orientalis (γαύρος ο ανατολικός). Είναι είδος τρούφας που χρειάζεται μια αρκετά ψυχρή περίοδο για να ωριμάσει και να "βγάλει" αυτά τα θεσπέσια αρώματα που τη χαρακτηρίζουν. Γι' αυτό και οι βασικοί μήνες συγκομιδής θεωρούνται ο Ιανουάριος και ο Φεβρουάριος.
Μακροσκοπικά Χαρακτηριστικά
Καρπόσωμα: Συνεκτικό συμπαγές 3,6 cm.
Χρώμα : Καστανό έως κοκκινοκάστανο κατά τόπους.
Σχήμα : Σφαιρικό.
Περίδιο : Αποτελούμενο από ευδιάκριτες καστανόμαυρες πυραμιδοειδείς προεξοχές ελαφρώς πιεσμένες στην κορυφή και μέγιστο πλάτος βάση στα 2-3mm.
Θρόμβος (περίτεχνος εσωτερικός διάκοσμος) : Σαρκώδης, συμπαγής, συνεκτικός, υψηλής πυκνότητας. Χρώμα γόνιμων περιοχών καστανό προς το μαύρο. Οι στείρες περιοχές υπόλευκου χρωματισμού δημιουργούν ένα δίκτυο με πολλές αναστομώσεις. Το πάχος τους είναι κατά πολύ μικρότερο από άλλα παρεμφερή είδη τρούφας και ο αριθμός αυτών καθώς και οι αναστομώσεις που δημιουργούν πολύ περισσότερες.
Οσμή : Έντονη, ευχάριστη πολύ διαφορετική από την κατά πολλά παρόμοια T. brumale.
Μικροσκοπικά Χαρακτηριστικά
Ασκοί: Διαστάσεων 65-85 x 50-70 μm, αποτελούμενοι από 1-5 σπόρια, σφαιρικοί, εύθραυστοι, με κατά περίπτωση κοντό ποδίσκο.
Σπόρια : Χρώματος καστανόμαυρου, ελλειψοειδή, διαστάσεων κατά μέσο όρο 28,10-32 x 16-21 μm. Η επιφάνεια των σπορίων καλύπτεται από ευδιάκριτες ακίδες διαστάσεων 2-4 μm που φύονται σε όλη την επιφάνεια με μεγάλη πυκνότητα.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
: Χαρακτηριστικά όπως η τοποθεσίας συλλογής, η εποχή δειγματοληψίας, το δασοπονικό είδος, το υψόμετρο και η εμφάνιση του καρποσώματος σε συνδυασμό με την εσωτερική διαμόρφωση και τα περαιτέρω μικροσκοπικά χαρακτηριστικά, διαχωρίζουν σαφώς το δείγμα από τα είδη T. aestivum και T. brumale που επίσης διαθέτουν σπόρια παρόμοιας διαμόρφωσης και διαστάσεων.
Είδος Tuber brumale
Έιδος αρκετά κοινό στα δάση της Ελλάδα . Έχει καταγραφεί μέχρι τώρα κατά βάσει στη ζώνη της δρυός (450 έως 800 μέτρα). Χαρακτηρίζεται ως μαύρη χειμερινή τρούφα και συλλέγεται από αρχές Δεκεμβρίου μέχρι και τέλος Απριλίου όταν ο καιρός συνεχίζει να είναι ψυχρός. Είδη δέντρων στα οποία έχει καταγραφεί: Σε Q. pubescens (χνουδωτή δρυς) , Corylus avellana (η κοινή φουντουκιά), σε Carpinus orientalis (γαύρος ο ανατολικός) και Q. coccifera (το κοινό πουρνάρι). Είναι είδος με άρωμα αρκετά έντονο και οξύ που παρομοιάζει με τα αρώματα της μελανόσπορης τρούφας γι' αυτό και συχνά πολλοί συλλέκτες άγριας τρούφας μπερδεύονται στην αναγνώριση.
Μακροσκοπικά Χαρακτηριστικά
Χρώμα : Καστανό έως καστανόμαυρο
Σχήμα : Σφαιρικό προς το ωοειδές χωρίς εμφανή κοιλότητα στη βάση (basal cavity) του καρποσώματος.
Περίδιο : Αποτελούμενο από καστανόμαυρα πολυγωνικά πυραμιδοειδή ογκίδια 2-3 mm πλατιά, έντονα πιεσμένα στο κέντρο, με κατά πλειοψηφία ακτινωτές ραγαδώσεις, που ξεκινούν από το κέντρο και καταλήγουν στην περίμετρο.
Θρόμβος (περίτεχνος εσωτερικός διάκοσμος) : Σαρκώδης, με ολιγάριθμες και ευδιάκριτες στείρες περιοχές που κατά βάση δεν αναστομώνονται. Στείρες περιοχές όχι πολύ λεπτές, χρώματος υπόλευκου έως μπεζ που ξεκινούν κατά πλειοψηφία από τη βάση του καρποσώματος, χωρίς να καταλήγουν στο περίδιο. Γόνιμες περιοχές καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος του θρόμβου, χρώματος κανελί έως γκριζοκάστανου με πολλά σπόρια.
Οσμή : Απαλή, όχι πολύ έντονη, ευχάριστη.
Μικροσκοπικά Χαρακτηριστικά
Ασκοί: Σφαιρικοί προς ωοειδείς, εύθραυστοι, με κατά περίπτωση μικρό ποδίσκο, διαστάσεων 50-72 x 44-60 μm, αποτελούμενοι από 1-5 σπόρια (σπανίως 6).
Σπόρια : Σφαιρικά προς ελλειψοειδή, περιμετρικά κλειστά (χωρίς οπές). Χρώμα καστανό ανοικτό και επιφάνεια αποτελούμενη από πολυάριθμα οξύληκτα αγκάθια, αραιά τοποθετημένα, διαστάσεων κατά μέσο όρο 4,58 μm.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ:
Οι βασικές διαφορές μεταξύ melanosporum & brumale είναι:
Η διάταξη των στείρων περιοχών στο θρόμβο ( στον περίτεχνο εσωτερικό διάκοσμο)
Το χρώμα του θρόμβου
Οι ακίδες στην επιφάνεια των σπορίων του μύκητα που διακρίνονται μόνο με μικροσκόπιο
Η οσμή που ένας έμπειρος συλλέκτης μπορεί να διακρίνει και να ξεχωρίσει.
Είδος Tuber magnatum
Είδος μέχρι πρότινος μη καταγεγραμμένο στα ελληνικά εδάφη. Οι Ιταλοί ισχυρίζονταν για πολλά χρόνια ότι είναι οι μοναδικοί που κατέχουν τη δυνατότητα και την εδαφοκλιματική ικανότητα να καλλιεργούν και να συλλέγουν αυτό το πολύτιμο λευκό διαμάντι της φύσης που απογειώνει τα gourme πιάτα στα χέρια του ειδικευμένου σεφ που θα το χρησιμοποιήσει στην κουζίνα του.
Τώρα όμως αποδεικνύεται ότι κάνουν λάθος εκτίμηση. Η καταγραφή λευκής πολύτιμης τρούφας Tuber magnatum σε εδάφη της ελληνικής επικράτειας υποδηλώνει ότι ίσως να υπάρχουν και εδάφη που να μπορεί να καλλιεργηθεί.
Καταγράφηκε το μήνα Οκτώμβριο για δύο συνεχόμενα χρόνια στη ζώνη της δρυός και συγκεκριμένα σε δέντρο φουντουκιάς (Corylus avellana) και σε γαύρο ανατολικό (Carpinus orientalis).Το υψόμετρο είναι περίπου στα 300 με 450 μέτρα, εκεί άλλωστε όπου έχουμε και τις περισσότερες καταγραφές ειδών τρούφας στην Ελλάδα και εκεί άλλωστε όπου βρίσκεται και η ζώνη της δρυός.
Μακροσκοπικά Χαρακτηριστικά
Καρπόσωμα: Συνεκτικό συμπαγές 2,7-3.8 cm.
Χρώμα : Ανοικτό καστανό έως ωχροκίτρινο
Σχήμα : Σφαιρικό, ελαφρώς λοβωτό με μικρές κατά τόπους κοιλότητες.
Περίδιο : Λευκωπό κατά τόπους, δομής ψευδοπαρεγχύματος. Επιφάνεια λεία.
Θρόμβος (περίτεχνος εσωτερικός διάκοσμος) : Σαρκώδης, συμπαγής, συνεκτικός, υψηλής πυκνότητας. Χρώμα γόνιμων περιοχών ανοικτό καστανό προς το κεραμιδί κατά τόπους. Στείρες περιοχές υπόλευκου χρωματισμού. Χαρακτηριστική δομή Tuber με τις στείρες περιοχές να δημιουργούν ένα δίκτυο.
Οσμή : Έντονη, ευχάριστη που παρομοιάζει λίγο και με μυρωδιά γκαζιού ή μεθανίου.
Μικροσκοπικά Χαρακτηριστικά
Ασκοί: Διαστάσεων 65 x 40-60 μm, αποτελούμενοι από 1-4 σπόρια, σφαιρικοί, εύθραυστοι, με κατά περίπτωση κοντό ποδίσκο.
Σπόρια : Χρώματος καστανοκίτρινου, σφαιρικά, διαστάσεων κατά μέσο όρο 26,10 x 23,44 μm. Η επιφάνεια των σπορίων καλύπτεται από κατά τόπους κάθετες ευδιάκριτες ακίδες και από δίκτυο με μορφή κυψέλης αποτελούμενο από λίγα [2-3 κατά μήκος της μέγιστης διάστασης του σπορίου (μήκος)] και μεγάλα (4-5 μm) ακανόνιστα πολυγωνικά χωρεία,
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
: Χαρακτηριστικά της τοποθεσίας συλλογής σε συνδυασμό με την έντονη οσμή γκαζιού ή μεθανίου, τη λεία επιφάνεια ανοικτού χρωματισμού, τη δομή και την εμφάνιση του θρόμβου, τις διαστάσεις, το σχήμα και το σφαιρικό σχηματισμό ασκών και σπορίων με κυψελοειδή διαμόρφωση των τελευταίων με περιορισμένα ακανόνιστα πολυγωνικά χωρεία , διαχωρίζουν σαφώς το δείγμα από τα είδη T. excavatum, T. fulgens, και T. dryophilum που επίσης διαθέτουν σπόρια παρόμοιας διαμόρφωσης και διαστάσεων.
Από γεωλογικής απόψεως οι τρούφες αναπτύσσονται σε εδάφη του Τριάσιου Ιουρασίου και κατά προτίμηση του ανώτερου Ιουρασίου γεωλογικού στρώματος. Τα καταλληλότερα εδάφη είναι οι λεγόμενες ρετζίνες. Είναι προφανές ότι η μαύρη τρούφα λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών που χρειάζεται, δεν μπορεί να ευδοκιμήσει παρά μόνο σε μερικά είδη εδαφών και συγκεκριμένα σε ασβεστώδη ή ασβεστούχα με μεγάλο εύρος περιεκτικότητας σε ασβέστιο και με υψηλό pH, καλό αερισμό, καλή στράγγιση και χαμηλή περιεκτικότητα σε άζωτο.
Γεωμορφολογία, Δασική Βλάστηση και Τρούφα στην Ελλάδα
Πρωτίστως, ας αναφερθούμε σε κάποια γενικά χαρακτηριστικά από άποψη γεωμορφολογίας και τοποθέτησης του ελλαδικού χώρου στη γη για να κατανοήσουμε ευκολότερα τους λόγους για τους οποίους όλο και περισσότεροι πείθονται πλέον για το ευοίωνο μέλλον της τρουφοκαλλιέργειας στην Ελλάδα. Επίσης διαβάζοντας τα παρακάτω θα αναλογιστεί κανείς το πόσο σύνθετο είναι τελικά αυτή η μορφή καλλιέργειας και το πόσο χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή πριν την οποιαδήποτε εγκατάσταση φυτείας με σκοπό φυσικά επαγγελματικό και κερδοσκοπικό (μεγάλη παραγωγή και ποιοτική παραγωγή τρούφας).
Όπως είναι γνωστό η χώρα μας ανήκει γεωγραφικά στη νοτιοανατολική Ευρώπη που, εκτός από το δικό μας χώρο, περιλαμβάνει την Αλβανία, το μεγαλύτερο τμήμα της πρώην Γιουγκοσλαβίας, τη Βουλγαρία και το Ευρωπαϊκό τμήμα της Τουρκίας. Το ευρωπαϊκό αυτό τμήμα ονομάζεται βαλκανική χερσόνησος και προς το βορρά χωρίζεται από την υπόλοιπη Ευρώπη από τους ποταμούς Σαύο και Δούναβη, ενώ προς ανατολάς από τη Μικρά Ασία με τη θάλασσα του Μαρμαρά, τα στενά του Βοσπόρου και τα Δαρδανέλια.
Κατά τον Braun - Blanquet η ΝΑ Ευρώπη βρίσκεται στο σταυροδρόμι τριών μεγάλων χλωριδικών περιοχών του βορείου ημισφαιρίου: της Ευρωσιβηρικής, της Μεσογειακής και της Ιρανοκασπικής, ενώ οι ψηλότερες κορυφές των ορέων της καλύτπονται από χλωρίδα της βορειο - αλπικής περιοχής.
Ταυτόχρονα, επειδή η νοτιοανατολική Ευρώπη αποτελεί τμήμα του ευρύτερου ευρωπαικού χώρου, παρουσιάζει στενή κλιματική, φυσιογνωμική και φυτοκοινωνική σύνδεση μ' αυτόν. Απόδειξη της σύνδεσης αυτής αποτελεί η ύπαρξη φυτοκοινωνιών που είναι χλωριδικά και οικολογικά συγγενείς μεταξύ τους και έχουν μεγάλη σημασία για μια σαφή φυτοκοινωνική διάκριση.
Από αυτή την άποψη, ο Σ. Ντάφης διακρίνει στον ελλαδικό χώρο πέντε ζώνες δασικής βλάστησης οι οποίες διαχωρίζονται σαφώς με βάση τα παρακάτω χαρακτηριστικά:
- Η χλωρίδα: Στη χώρα μας συναντά κανείς τρεις βασικές χλωριδικές μονάδες, τη μεσογειακή, τη μεσευρωπαϊκή και την ιρανοκασπική. Από αυτές η πρώτη εμφανίζεται κατά μήκος των ακτών μας καθώς και στα νησιά του Ιονίου και Αιγαίου Πελάγους, ενώ η δεύτερη κυριαρχεί κυρίως στα υψηλά όρη της βόρειας και κεντρικής Ελλάδας. Τέλος στοιχεία της ιρανοκασπικής χλωρίδας συναντά κανείς στη ΒΑ Ελλάδα και στα νησιά του ΒΑ Αιγαίου.
- Το κλίμα: Αυτό χαρακτηρίζεται ως μεσογειακό με βροχοπτώσεις κυρίως την άνοιξη και το φθινόπωρο και με περισσότερο ή λιγότερο χαρακτηριστική ξηρασία το θέρος. Μέσα σε αυτό το γενικό κλίμα, ανάλογα με τις ιδιαίτερες συνθήκες που κάθε φορά παρουσιάζονται, διαμορφώνονται ειδικότερα μικροκλίματα με περισσότερο ή λιγότερο μεσογειακό χαρακτήρα, που επηρεάζουν σαφώς τη δομή και τη σύσταση της δασικής βλάστησης και φυσικά και τους πληθυσμούς μυκήτων και ειδικότερα υπόγειων μυκήτων όπως οι τρούφες.
- Η ορογραφική διαμόρφωση: Η χώρα μας είναι κυρίως ορεινή και κα λύπτεταιαπό όρη μέσου ύψους. Οι μεγάλοι ορεινοί όγκοι Πίνδος, Άγραφα, Τύμφρηστος, Παναιτωλικόν, Οιτή, Βαρδούσια, Γκιώνα, Παναχαϊκόν, Ερύμανθος, Αροάνια, Κυλλήνη, Μαίναλον, Πάρνων και Ταΰγετος τη διασχίζουν από ΒΒΔ. προς ΝΝΑ. και τη χωρίζουν σε δύο περιοχές που διακρίνονται μεταξύ τους κλιματικά και φυτογεωγραφικά. Επίσης, οι οροσειρές Βέρμιο, Πιερία, Όλυμπος, Όσσα, Μαυροβούνιο και Πήλιο της ανατολικής Ελλάδας έχουν κατεύθυνση από Β. προς Ν. Σ'αυτές οι ανατολικές κλιτύες επειδή δέχονται τους βροχοφόρους ανέμους είναι υγρότερες από τις δυτικές, πράγμα που συνεπάγεται ανάλογη εμφάνιση της βλάστησης. Τέλος, οι οροσειρές Βόρας, Πάικο, Μπέλες, Άγκιστρο, Φαλακρό και Ροδόπη της βόρειας Ελλάδας επεκτείνονται από Δ. προς Α. και αποτελούν προστατευτικό τείχος απέναντι στους ψυχρούς βόρειους ανέμους.
- Η γεωλογική - πετρογραφική σύνθεση: Από γεωλογικής - πετρογραφικής σύνθεσης τα πετρώματα της χώρας μας διακρίνονται σε προαλπικούς, αλπικούς και μεταλπικούς σχηματισμούς. Στους προαλπικούς ανήκουν τα κρυσταλλο& σχιστώδη πετρώματα των κρυσταλλοπαγών μαζών της χώρας μας καθώς και μερικά μικρής εξάπλωσης ιζηματογενή και πυριγενή πετρώματα. Στους αλπικούς και μεταλπικούς ανήκουν το μέγιστο μέρος των ιζηματογενών και το μεγάλο μέρος των πυριγενών πετρωμάτων.
- Η ιστορία: Από προϊστορίας μέχρι σήμερα, από τα παραπάνω γίνεται για άλλη μια φορά αντιληπτό μέσω της γεωμορφολογίας της Ελλάδας ότι ζόυμε σε μια χώρα με εξαιρετικά και πολυσύνθετα εδαφικά χαρακτηριστικά που επιφέρουν ποικιλομορφία και χρήζουν περαιτέρω έρευνας για την ανακάλυψη αυτών των περιοχών στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο που πληρούν όλες εκείνες τις προϋποθέσεις για να μπορεί να αναπτυχθεί η καλλιέργεια της τρούφας και ειδικότερα το συγκεκριμένο είδος για κάθε ειδικότερη από εδαφοκλιματικές συνθήκες περιοχή.
Ζώνες Δασικής Βλάστησης και άγρια Τρούφα στην Ελλάδα
Οι προϊστορικές ανακατανομές, οι εδαφικοί παράγοντες και τα συγκεκριμένα "συστατικά" που συνθέτουν τον ελλαδικό χώρο από γεωμορφολογικής άποψης με την πάροδο των χρόνων (αξίζει να δείτε τα άρθρα: Ιστορία της Δασικής Βλάστησης & Γεωμορφολογία και δασική βλάστηση στην Ελλάδα) επέφεραν σημαντικές ανακατανομές και στην εξάπλωση και εγκαθίδρυση συγκεκριμένων ζωνών βλάστησης σε συγκεκριμένα μικροπεριβάλλοντα του ευρύτερου χώρου της πατρίδας μας.
Οι ζώνες βλάστησης στην Ελλάδα που συμπίπτουν με την πιθανή παρουσία άγριας τρούφας και την πιθανότητα εντατικής εκμετάλλευσης με ταυτόχρονη δημιουργία φυτειών δασικών ειδών εμβολιασμένων με είδη του γένους Tuber όπως περιγράφονται από τον Σ. Ντάφη ( συμβουλευόμενος τους Braun - Blanquet & Horvat) είναι η Ευμεσογειακή ζώνη βλάστησης (Quercetalia ilicis) και η Παραμεσογειακή ζώνη βλάστησης (Quercetalia pubescentis).
Ευμεσογειακή ζώνη βλάστησης - Quercetalia ilicis - Παραλιακή, λοφώδης & υποορεινή
Η ζώνη αυτή εμφανίζεται ως μια περισσότερο ή λιγότερο συνεχής λωρίδα κατά μήκος των ακτών της δυτικής, νοτιοανατολικής και ανατολικής Ελλάδας (μέχρι τον Όλυμπο), στα νησιά του Ιονίου και του και του Αιγαίου Πελάγους, στα πόδια, στο νότιο τμήμα και στις ανατολικές ακτές της Χαλκιδικής και κατά νησίδες στις ακτές της Μακεδονίας και Θράκης. Υποδιαιρείται σε δύο υποζώνες που παρουσιάζουν σαφή οικολογική, χλωριδική και φυσιογνωμική διάκριση μεταξύ τους.
Υποζώνη Oleo - Ceratonion
Αυτή εμφανίζεται στην ξηρότερη ΝΑ. και Α. Ελλάδα (μέχρι το Πήλιο), στα νησιά του Ν. Αιγαίου, στις χαμηλότερες θέσεις των ποδιών της Ν. Χαλκιδικής και σε μερικά νησιά του Ιονίου Πελάγους. Το κλίμα της υποζώνης χαρακτηρίζεται από ανοιξιάτικες και φθινοπωρινές βροχοπτώσεις, που κυμαίνονται μεταξύ 250 και 550 χιλ. ετησίως και μεγάλης διάρκειας (4 - 6 μήνες) ξηρή περίοδο. Στη ζώνη αυτή συναντά κανείς είδη που πιθανόν να έχουν και μυκορριζική συμβίωση με την τρούφα όπως το πουρνάρι (Quercus coccifera) και η χαλέπιος πεύκη (Pinus halepensis) (ΝΑ. και Α. Πελοπόννησος, Αττική, Α. Ελλάδα μέχρι το Πήλιο και στα πόδια της Χαλκιδικής). Από γεωργικής απόψεως είναι ζώνη ιδανική για την καλλιέργεια της ελιάς, των εσπεριδοειδών και της φυστικιάς.
Υποζώνη Quercion - ilicis
Αυτή εμφανίζεται στη Δ. Ελλάδα από την επιφάνεια της θάλασσας, ενώ στην Α. Ελλάδα μέχρι το Ν. Πήλιο και στα πόδια της Χαλκιδικής. Επιπλέον στη ΒΑ. Ελλάδα (Όσσα, Όλυμπος, ΒΑ. Χαλκιδική, ακτές Α. Μακεδονίας και Θράκης) παρουσιάζει ασυνέχεια και εμφανίζεται από την επιφάνεια της θάλασσας μέχρι υψομέτρου 200 - 300 μέτρα. Το κλίμα της υποζώνης είναι υγρότερο, το ύψος των ετήσιων βροχοπτώσεων ξεπερνά στη Δ. Ελλάδα τα 1000 χιλιοστά ετησίως, με ξηρή περίοδο 3 - 4 μηνών. Στη ΒΑ. Ελλάδα οι βροχοπτώσεις κυμαίνονται από 600 - 800 χιλιοστά με ξηρή περίοδος αισθητά μικρότερη (2-3 μήνες). Στη ζώνη αυτή συναντά κανείς το optimum της εξάπλωσης και της ανάπτυξης των Quercus ilex & Quercus pubescens για τις υγρότερες, μισγάγκειες και βορεινές εκθέσεις και των Pinus halepensis (Β. Εύβοια, Χαλκιδική) & Pinus brutia (Θάσος, Θράκη, Μυτιλήνη)για λιγότερο υγρές και νότιες εκθέσεις. Στη ζώνη αυτή η αμπελουργία βρίσκει άριστες συνθήκες κυρίως για την παραγωγή πρώιμων επιτραπέζιων σταφυλιών.
Παραμεσογειακή ζώνη βλάστησης - Quercetalia pubescentis - Λοφώδης & υποορεινή
Η ζώνη αυτή εμφανίζεται ως συνέχεια της προηγούμενης κατακόρυφα στα όρη και οριζόντια στο εσωτερικό της χώρας. Συγκεκριμένα με τη βαθμιαία εγκατάλειψη και κατά τις δύο διευθύνσεις, της ευμεσογειακής ζώνης βλάστησης, εμφανίζεται ή μια ιδιόρρυθμη μεταβατική ζώνη βλάστησης, που μοιάζει φυσιογνωμικά με τη ζώνη της αειφύλλου βλάστησης και διαφέρει από αυτή χλωριδικά και οικολογικά, ή μια ζώνη από ξηρόφυλλα φυλλοβόλα πλατύφυλλα και κυριώς από δρυοδάση.
Η διάκριση μεταξύ ευμεσογειακής και παραμεσογειακής ζώνης βλάστησης είναι στην κεντρική και βόρεια Ελλάδα αρκετά σαφής, Στη νότια Ελλάδα και στην Κρήτη τα όρια, είναι ασαφή. Στη ζώνη αυτή το κλίμα γίνεται ηπειρωτικότερο με δριμύτερους χειμώνες, περισσότερες βροχοπτώσεις, αλλά και με ξηρή περίοδο χαρακτηριστική. Οι θερμοκρασίες το χειμώνα κατεβαίνουν συχνά κάτω από το μηδέν και το χιόνι διαρκεί μερικές εβδομάδες. Και στη ζώνη αυτή διακρίνονται 2 με 3ις υποζώνες που διαφέρουν μεταξύ τους χλωριδικά, φυσιογνωμικά και οικολογικά.
Υποζώνη Ostryo - Carpinion
Η υποζώνη αυτή μπορεί να διακριθεί σε τρεις αυξητικούς χώρους: το Quercetum cocciferae ή Cocciferetum όπου κυριαρχεί ο πουρνάρι (Κρήτη & Ν. Ελλάδα), το Coccifero - Carpinetum με κυριαρχία της χνοώδους και της πλατυφύλλου δρυός και το Carpinetum orientalis με σαφή κυριαρχία του Carpinus orientalis & Quercus pubescens.
Η υποζώνη χαρακτηρίζεται ως λοφώδης, πεδινή σε μια σημαντική έκταση τόσο στην κεντρική ανατολική Ελλάδα ( από τη Λαμία και βορειότερα) και στη βόρεια Ελλάδα όσο και στα εσωτερικά της δυτικής Ελλάδας. Στη ζώνη αυτή κυριαρχέι η καλλιέργεια σιτηρών, βαμβακιού, καπνού, αμπέλου για παραγωγή σταφυλιών κρασιού και οπωροφόρων δέντρων όπως η ροδακινιά και η μηλιά.
Υποζώνη Quercion confertae (ξηρόφιλων φυλλοβόλων πλατυφύλλων)
Η υποζώνη αυτή χαρακτηρίζεται ως λοφώδης, υποορείνη, ορεινή στη βόρεια και κεντρική Ελλάδα καθώς και στην Πελοπόννησο και στη Στερεά. Καταλαμβάνει σημαντική έκταση, που μειώνεται από βορρά προς νότο και αντιπροσωπεύει το 1/3 περίπου των ελληνικών δασών. Σ' αυτή το κλίμα αποτελεί μετάβαση από το μεσογειακό προς το ηπειρωτικό, οι χειμώνες είναι δριμύτεροι, τα χόνια διαρκούν περισσότερο (1-2 μήνες) , οι βροχοπτώσεις παρουσιάζουν αύξηση και ξεπερνούν τα 1000 χιλιοστα στη Δ. Ελλάδα και η ξηρή περίοδος περιορίζεται στους 11/2 - 21/2 μήνες. Κυρίαρχα είδη που μας ενδιαφέρουν άμεσα είναι τα Ostrya carpinifolia & Carpinus betulus.
Από γεωλογικής απόψεως οι τρούφες αναπτύσσονται σε εδάφη του Τριάσιου Ιουρασίου και κατά προτίμηση του ανώτερου Ιουρασίου γεωλογικού στρώματος. Τα καταλληλότερα εδάφη είναι οι λεγόμενες ρετζίνες. Είναι προφανές ότι η μαύρη τρούφα λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών που χρειάζεται, δεν μπορεί να ευδοκιμήσει παρά μόνο σε μερικά είδη εδαφών και συγκεκριμένα σε ασβεστώδη ή ασβεστούχα με μεγάλο εύρος περιεκτικότητας σε ασβέστιο και με υψηλό pH, καλό αερισμό, καλή στράγγιση και χαμηλή περιεκτικότητα σε άζωτο.
Προϋποθέσεις Καλλιέργειας τρούφας - pH & Έδαφος
Άλλα είδη τρούφας όπως η θερινή, δεν είναι τόσο απαιτητικά, άλλωστε μπορούν να αναπτυχθούν ακόμη και σε ελαφρώς όξινα εδάφη.
Επιλέγοντας μια τοποθεσία για την εγκατάσταση της τεχνητής φυτείας και αφού πρωτίστως έχουμε μελετήσει το υψόμετρο και τη βλάστηση της γύρω περιοχής το πρώτο και κυριότερο πράγμα που κάνουμε είναι η μέτρηση του pH του εδάφους.
Τα διάφορα είδη τρούφας έχουν διαφορετικές απαιτήσεις σε pH. Ένα μέσο όρο ιδανικό για είδη μαύρης τρούφας και κυρίως των T. melanosporum & T. aestivum είναι το εύρος 7,4 μέχρι 8,4 (Δρ. Στ. Διαμαντής).
Γενικά τα καλά χαρακτηριστικά των ιδανικών εδαφών για φυτείες τρούφας διαχωρίζονται σε δύο βασικές κατηγορίες : α) τα φυσικά χαρακτηριστικά & β) τα χημικά χαρακτηριστικά
Στα φυσικά χαρακτηριστικά συγκαταλλέγονται
- Η κοκκώδης δομή,
- Η καλή ικανότητα στράγγισης του νερού στο έδαφος,
- Η ισορροπία στην αναλογία των στοιχείων του εδάφους μεταξύ της αργίλου, της ιλύος και της άμμου
- Η καλή ικανότητα στράγγισης του νερού
Στα χημικά χαρακτηριστικά συγκαταλλέγονται
- Η χαμηλή διακύμανση του pH (7,0 - 8,5)
- Η κατάλληλη σχέση C/N (10 - 11)
- Η περιεκτικότητα σε ανταλλάξιμο Ca
- Η δυνατότητα να υπάρχουν μεγάλες διακυμάνσεις σε ολικό φώσφορο, κάλιο και οργανική ουσία.
Συνοψίζοντας να πούμε ότι εδάφη που έχουν καλλιεργηθεί εντατικά τα προηγούμενα χρόνια δεν είναι κατάλληλα για φυτείες τρούφας γιατί το έδαφος έχει πολλά υπολείματα από φυτοφάρμακα, ζιζανιοκτόνα κ.λ.π.
(Κάσσανδρος Γάτσιος, Αθήνα 2007)
Βιβλία για την καλλιέργεια της τρούφας
Η τρούφα και η καλλιέργειά της
2a edicion Truficultura fundamentos y Tecnicas
Αγορά και εκπαίδευση Τρουφόσκυλων
(19/06/2013)
Μερικοί από τους επαγγελματίες που ασχολούνται με την εμπορία και τη μεταποίηση τρούφας στην Ελλάδα, έχουν εξαπλώσει τις επαγγελματικές τους δραστηριότητες και στον τομέα της εκτροφής και της εκπαίδευσης σκύλων για τρούφα.
H διαδικασία επιλογής σκύλου καθώς και η επιλογή του κατάλληλου επαγγελματία που θα αναλάβει την εκπαίδευσή του είναι καθαρά προσωπική υπόθεση του καθήν ενδιαφερόμενου. Παρά τ' άυτα, δεν παύει να θεωρείται από πολλούς καλύτερο η εκπαίδευση να γίνεται από ανθρώπους που ασχολούνται επαγγελματικά με την τρούφα ή τα υποπροϊόντα της και κατά βάση, γνωρίζουν καλά και το φυσικό της βιότοπο καθώς και την άγρια συλλογή της.
Παρακάτω αναφέρονται κάποιοι από αυτούς :
Επίσης, από μία γρήγορη έρευνα στο διαδίκτυο μερικές ιστοσελίδες εκτροφείων από κάποιες ράτσες σκύλων που χρησιμοποιούνται διεθνώς στο κυνήγι της τρούφας.
www.labradordog.gr
www.labradors.gr/labradors.htm
www.labradorgolden.gr/el
www.lazaros-kennel.gr/ektrofi/jack-russell.html
Τρουφόσκυλα
Η Συλλογή της τρούφας πραγματοποιείται μόνο με εκπαιδευμένα σκυλιά ή θηλυκά χοιρίδια. Κατάλληλες ράτσες σκύλων είναι τα Λαμπραντόρ, Γκριφόν, Επανιέλ Μπρετόν, Αγγλικά Σπρινγκερ σπανιελ και η Ιταλική ράτσα Lagotto. Αρκετοί συλλέκτες χρησιμοποιούν και ημίαιμα σκυλιά.
Ο λόγος που χρησιμοποιούνται εκπαιδευμένα σκυλιά έγκειται στο γεγονός ότι η τρούφα είναι υπόγειος μύκητας που αναπτύσσεται κατά μέσο όρο στα 20-30 εκατοστά από την επιφάνεια του εδάφους και απελευθερώνει πτητικές ουσίες που εκτός από τα ζώα του δάσους, τα σκουλήκια και τα έντομα, ανιχνεύονται και από τα σκυλιά. Θα αναρωτηθεί κανείς: "Καλά!! γιατί να μην πάω με ένα φτυάρι γύρω από τα δέντρα που ξέρω ότι έχουν τρούφα και να σκάψω στα 20-30 εκατοστά και να μαζέψω όπως κάνω και με τα μανιτάρια;;"
Λάθος!
Η εμπορική και γευστική αξία της τρούφας έγκειται στο γεγονός ότι την κατάλληλη περίοδο ωρίμασνης πρέπει να συλλεχθεί και να πουληθεί φρέσκα ή να μεταποιηθεί για να διατηρήση αυτά τα εκπληκτικά της αρώματα.
αρα, μόνο με τη βοήθεια σκύλου ή χοιριδίου μπορώ να συλλέξω την ώριμη τρούφα και να έχω κέρδος από την πώληση, αφού η ανθρώπινη οσμή δεν μπορεί να ανιχνεύσει αυτή την μυρωδιά κάτω από 20 με 30 εκατοστά χώμα, πέτρες ή βλάστηση.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Δεν συλλέγουμε τρούφα χωρίς τη βοήθεια σκύλου ή χοιριδίου γιατί είναι ανώφελο και άσκοπο όταν από αυτό θέλουμε να έχουμε κάποιο οικονομικό και γευστικό όφελος
Επανιέλ Μπρετόν
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ: Το Επανιέλ Μπρετόν ανήκει στα σκυλιά μεσαίου μεγέθους, έχει ύψος που κυμαίνεται από 46 μέχρι 52 εκ. και βάρος από 13 μέχρι 15 κιλά. Το κεφάλι είναι αρκετά φαρδύ, η μουσούδα λίγο μυτερή με σκούρα ρουθούνια. Τα μάτια είναι σκουρόχρωμα με ζωηρή έκφραση. Τα αυτιά βρίσκονται ψηλά, είναι κοντά με στρογγυλεμένες άκρες και καλυμμένα με κυματιστό τρίχωμα.
Ο λαιμός είναι στεγνός, μυώδης, μεσαίου μήκους. Η ουρά μπορεί να είναι κομμένη. Το τρίχωμα είναι λεπτό, μαλακό και ελαφρά κυματιστό. Το βασικό χρώμα είναι το λευκό με σημάδια ή πορτοκαλί ή καφέ ή μαύρα, ακόμη μπορεί να είναι τρίχρωμο λευκό, μαύρο και πορτοκαλί ή λευκό, μαύρο και καφέ.
ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ: Είναι τρυφερό σκυλί που δένεται πολύ με τον ιδιοκτήτη, είναι ευγενικό και ιδιαίτερα φιλικό με τα παιδιά. Διαθέτει πολύ ενεργητικότητα, γι’ αυτό είναι απαραίτητη η καθημερινή βόλτα και η μέτρια άσκηση. Μπορεί να κοιμηθεί εκτός σπιτιού και μπορεί να προσαρμοστεί στην ζωή σε διαμέρισμα. Έχει ανάγκη μέτριας ποσότητας τροφής. Το τρίχωμά του θέλει βούρτσισμα και περιποίηση.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ: Θεωρείται από τις πολύ παλιές ράτσες της Γαλλίας αφοί οι ρίζες του φτάνουν στον Μεσαίωνα και την σημερινή μορφή έχει πάρει μετά από διασταυρώσεις με αγγλικά κυνηγόσκυλα που άφηναν, οι άγγλοι κυνηγοί ευγενείς στους Γάλλους στην Βρετάνη, μέχρι την επόμενη κυνηγετική περίοδο. Είναι θαυμάσιο κυνηγόσκυλο αλλά και αξιαγάπητο κατοικίδιο, δημοφιλές σε όλο τον κόσμο.
Αγγλικό Σπρίνγκερ Σπάνιελ
ΧΩΡΑ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ: Μεγάλη Βρετανία
ΙΣΤΟΡΙΚΟ: Το Αγγλικό Σπρίνγκερ Σπάνιελ βρίσκεται πάρα πολλούς αιώνες στην Αγγλία και θεωρείται ο πρόγονος των περισσότερων Σπάνιελ, εκτός του Κλάμπερ. Στην αρχή χρησιμοποιήθηκε για το κυνήγι με δίχτυ μαζί με γεράκια ενώ σήμερα, σαν κυνηγόσκυλο είναι ικανό να βγάζει από τη φωλιά το ζώο και ακόμη, να φέρνει το θήραμα στον κυνηγό. Επίσης είναι πολύ αγαπητός και σαν σκύλος συντροφιάς και λαμβάνει μέρος σε επιδείξεις σκύλων.
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ: Ανήκει στα μεσαίου μεγέθους σκυλιά που το ύψος του κυμαίνεται από 48 μέχρι 51 εκ. και το βάρος του από 22 μέχρι 24 κιλά. Έχει πλατύ κρανίο με στρογγυλεμένο κρανιακό θόλο, η μουσούδα είναι χαμηλή, τετράγωνη και πλατιά. Τα μάτια είναι μεσαίου μεγέθους, σκούρα και έχουν φιλική έκφραση. Τα αυτιά ξεκινούν στο ύψος των ματιών, είναι κολλητά στο κεφάλι, μεγάλα, αρκετά μακριά, με αρκετό τρίχωμα.
Έχει δυνατό, μυώδη λαιμό που κάνει τόξο. Η ουρά αρχίζει χαμηλά, έχει πυκνό τρίχωμα και κουνιέται συχνά ζωηρά. Το τρίχωμα είναι πυκνό, ίσιο, αδιάβροχο και όχι τραχύ, είναι μακρύ στα αυτιά, στο στήθος, στην κοιλιά και στα πίσω μέρη των ποδιών. Ο χρωματισμός μπορεί να είναι καφέ σκούρο με λευκό, ή μαύρο με λευκό ή να έχει και κόκκινα σημάδια.
ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ: Είναι ένα σκυλί που είναι φιλικό με τους ανθρώπους και ιδιαίτερα με τα παιδιά, ειδικά όταν τα συνηθίσει. Γίνεται εύκολα μέλος της οικογένειας, τα πάει καλά με τα άλλα ζώα, ειδικά αν μεγαλώσουν μαζί, αλλά καλό είναι να μην υπάρχουν πουλιά στο σπίτι, επειδή είναι από τη φύση του κυνηγόσκυλο.
Είναι σκύλος δραστήριος, γεμάτος ενέργεια και γι’ αυτό χρειάζεται αρκετή άσκηση. Κοιμάται εκτός σπιτιού, έχει ανάγκη μέτριας ποσότητας τροφής, είναι συνεργάσιμος και γι’ αυτό εκπαιδεύεται εύκολα. Το τρίχωμά του χρειάζεται βούρτσισμα.
Λαμπραντόρ
Τα Λαμπραντόρ χρησιμοποιούνται ευρέως τα τελευταία χρόνια στη συλλογή τρούφας, εξαιτίας της εξαιρετικής τους όσφρησης, της αμέριστης διάθεσης για υπακοή και εκπαίδευση και της 100% επιδίωξής τους να βρίσκονται κοντά στον άνθρωπο καθ' όλη τη διάρκεια της ημέρας.
ΕΞΩΤΕΡΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ: Τα Λαμπραντόρ είναι σκυλιά μεσαίου προς μεγάλου μεγέθους. Συγκεκριμένα, το ύψος ενός αρσενικού Λαμπραντόρ κυμαίνεται από 56 έως 63 εκατοστά ενώ το αντίστοιχο του θηλυκού από 54 έως 60 εκατοστά. Όσον αφορά το βάρος, ένα αρσενικό Λαμπραντόρ συνήθως ζυγίζει από 30 έως 36 κιλά ενώ ένα θηλυκό από 27 έως 32 κιλά.
Το τρίχωμα του Λαμπραντόρ είναι σχετικά κοντό και γυαλιστερό. Οι χρωματισμοί που μπορεί να έχει είναι μαύρο, καφέ και κίτρινο. Η εκπαίδευσή του είναι εύκολη και η περιποίησή του κανονική.
Ιστορία
Ο σκύλος του ψαρά
Η καταγωγή του Λάμπραντορ δεν είναι απόλυτα εξακριβωμένη, ωστόσο γνωρίζουμε ότι η φυλή έφτασε στην Αγγλία από την Ανατολική ακτή του Καναδά – από τη Νέα Γη και τα νησιά του SaintJohn. Στις αρχές του 18ου αιώνα οι Ευρωπαίοι μετανάστες ψαράδες που αλίευαν στα κρύα νερά της Νέας Γη, χρησιμοποιούσαν σαν βοηθούς αυτά τα σκυλιά που είχαν την ικανότητα να επαναφέρουν τα ψάρια που είχαν πέσει από τις βάρκες και να τραβούν στην ακτή τα δίκτυα των ψαράδων[1]. Το κοντό και παντός καιρού διπλό τρίχωμα του Λάμπραντορ ήταν ιδανικό για να αναλαμβάνει τέτοιες εργασίες στην ξηρά αλλά και στο νερό υπό αυτές τις παγωμένες θερμοκρασίες.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το είδος αυτό προήλθε από διασταυρώσεις σκυλιών που έφεραν μαζί τους οι Ευρωπαίοι μετανάστες με ντόπια σκυλιά και έτσι γεννήθηκε το Labrador retriever. Στην Πορτογαλία σήμερα υπάρχει μια φυλή σκύλων που έχει μια αρκετά μεγάλη ομοιότητα με τα Λάμπραντορ, τα CanediCastroLaboreiroWaterdog και ίσως το όνομα Labradorνα προέρχεται από εκεί μια και η περιοχή SaintJohnπου κατάγονται αυτά τα σκυλιά βρίσκεται νότια του Labrador.
Είναι πολύ πιθανόν πολλά χαρακτηριστικά της φυλής, όπως η επαναφορά αλλά και η περιβόητη όρεξη τους για φαγητό να προέρχονται από εκείνη την περίοδο. Τα σκυλιά αυτά ενδεχομένως να ταΐζονταν κατά την περίοδο του χειμώνακατά την οποία βοηθούσαν στην μεταφορά ξύλων για το κάπνισμα των ψαριών και να αφήνονταν ελεύθερα να βρουν μόνα τους τροφή το καλοκαίρι, συνεπώς κυνηγούσαν μόνα τους ψάρια για να αυτοσυντηρηθούν. Γι' αυτό τα Λάμπραντορ ακόμα και σήμερα φαίνεται ότι μπορούν να φάνε τα πάντα και οι περισσότεροι ιδιοκτήτες θα συμφωνήσουν ότι ακόμα και το πιο καλοταϊσμένο Λάμπραντορ δε θα έλεγε όχι σε λίγο φαγητό ακόμα.
Διάδοση στην Ευρώπη
Οι ψαράδες μετέφεραν μερικά από τα καλύτερα αυτά σκυλιά στην Αγγλία για να πωληθούν στα λιμάνια του Ντόρσετ[1]. Τα νέα της καταπληκτικής ικανότητας τους για επαναφορά διαδόθηκαν γρήγορα, και πλούσιοι γαιοκτήμονες αποφάσισαν να τα δοκιμάσουν στο κυνήγι[2]. Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα το Λάμπραντορ είχε καθιερωθεί σαν εξαιρετικό retriever(σκύλος επαναφοράς) τόσο στο νερό όσο και την ξηρά, και σαν εξαιρετικά ευφυής και πράος χαρακτήρας.
Αυτοί οι πρώτοι εισαγωγείς έκαναν εξαιρετική δουλειά, διατηρώντας τις γραμμές αίματος καθαρές και θεσπίζοντας ένα στάνταρντ φυλής που ελάχιστα έχει αλλάξει μέχρι σήμερα. Είμαστε ευγνώμονες σε αυτούς τους ανθρώπους, τον συνταγματάρχη Πήτερ Χόκερ (PeterHawker), τον Δούκα του Buccleuch, τους EarlsMalmesburyκαι Ηomeκαι πολλούς άλλους που έθεσαν τις στέρεες βάσεις στην φυλή. Παρόλο που η καταγωγή του Λάμπραντορ είναι από τον Καναδά, η φυλή οφείλει την ύπαρξη και εδραίωση της σε αυτούς τους γαιοκτήμονες του δέκατου ένατου αιώνα που αναγνώρισαν τις εκπληκτικές ικανότητες των Λαμπραντόρ στο κυνήγι και στην επαναφορά.
Θεσπίζοντας το 'στάνταρντ' της φυλής
Το Labrador retriever club της Αγγλίας επιχείρησε το 1916 να θεσπίσει το στάνταρ της φυλής. Μέχρι τότε επιτρέπονταν οι διασταυρώσεις μεταξύ των ριτρίβερ και τα κουτάβια από τις γέννες εγγράφονταν στην φυλή στην οποία έμοιαζαν περισσότερο. Για παράδειγμα σε μια γέννα από Λάμπραντορ και Φλάτκουτ τα κουτάβια θα καταχωρούνταν στα μητρώα της φυλής με την οποία θα είχαν μεγαλύτερη εξωτερική ομοιότητα. Η επιτροπή αυτή θέσπισε το στάνταρ της φυλής που αναγνωρίστηκε από τον Αγγλικό Κυνοφιλικό Όμιλο και που παρέμεινε αναλλοίωτο μέχρι το 1950.
Jack Russell Terrier
Τα Jack Russell Terrier χρησιμοποιούνται τα τελευταία χρόνια στη συλλογή τρούφας, κυρίως στην Ιταλία και στη Λατινική Αμερική. Είναι ένας μεγάλος σκύλος σε μικρό σωματότυπο με εξαιρετικές δεξιότητες και δυνατότητες εκμάθησης.
Δείτε παρακάτω μερικά από τα χαρακτηριστικά της ράτσας τους:
- Εκπαίδευση: 5/10
- Αντίληψη – εξυπνάδα:10/10
- Πυκνότητα τριχώματος: 4/10
- Φύλακας:5/10
- Μέγεθος:3/10
- Ευκινησία:10/10
- Σχέση με παιδιά: 10/10
Αν κάναμε διαγωνισμό ενέργειας σκύλων τότε ο Τζακ Ράσελ θα κέρδιζε το πρώτο βραβείο! Πρόκειται για έναν σκύλο εξαιρετικά ενεργητικό με μεγάλα αποθέματα ενέργειας και πραγματικά δεν κάθεται σε ένα σημείο ποτέ. Πάντα θέλει κάτι να κάνει. Αν είστε ήρεμοι άνθρωποι και έχετε ένα τέτοιο τρόπο ζωής τότε αυτός ο μικρός δαίμονας δεν είναι για εσάς. Επίσης αν δεν έχετε τουλάχιστον μια ώρα την ημέρα για να τον βγάζετε βόλτα για να εκτονώνεται τότε καλό θα ήταν να το ξανασκεφτείτε πριν τον αποκτήσετε.
Είναι πολύ καλός σκύλος για συντροφιά αλλά είναι επίσης και πολύ καλός κυνηγός και του αρέσει να κυνηγάει μικρότερα ζώα. Για παράδειγμα είναι πολύ καλός στο να σκοτώνει ποντικούς. Είναι πολύ έξυπνα σκυλιά και για να τους κερδίσετε θα πρέπει να περάσετε από τις δοκιμασίες τους. Δεν τιθασεύονται εύκολα και δεν τους αρέσει η πειθαρχία. Οπότε θα είναι εξαιρετικά δύσκολη η αποστολή της εκπαίδευση του Τζακ. Όσο πιο μικρός είναι τόσο το καλύτερο αλλά να σας τύχει δύσκολος χαρακτήρας αφήστε το καλύτερα.
Αυτός ο μικρός κατεργάρης είναι ιδιαίτερα τσαμπουκάς και μπορεί να αρχίσει ένα καβγά από το πουθενά με άλλον σκύλο ή κάποιο άλλο ζώο. Δεν φοβούνται τίποτα και μπορούν να τα βάλουν με κάποιον πολύ μεγαλύτερο σε μέγεθος από αυτούς. Εκεί πρέπει να παρέμβετε εσείς για να διαφυλάξετε την ασφάλεια του Ράσελ σας γιατί προφανώς δεν ξέρει που πάει να μπλέξει.
Με τα παιδιά τα πάνε καλά και είναι άριστοι στον να σχηματίζουν τρομοκρατικές οργανώσεις με έδρα το σπίτι σας και να κάνουν ένα σωρό αταξίες. Ο Τζακ ράσελ θέλει να είναι ενεργό μέλος της οικογένειας και ζει για να είναι μαζί σας. Οπότε καλόα θα ήταν να μην αφήνετε μόνο του για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Εξάλλου άμα το κάνετε δεν θα βρείτε το σπίτι σας όταν γυρίσετε.
Εννοείται πως αυτός ο σκύλος χρειάζεται υψηλή και γερή περίφραξη γιατί μπορεί και να πηδήξει πολύ ψηλά αλλά και μπορεί να το σκάσει υπογείως. Οπότε προσοχή. Αποτελεί καλό φύλακα και θα σας ειδοποιήσει όταν ακούσει κάποιον να πλησιάζει. Προστατεύει τον χώρο του και δεν διστάζει να μπει μπροστά. Παρόλα αυτά το μέγεθος του δεν είναι και το καλύτερο για φύλακας.
Εάν λοιπόν πιστεύετε πως είστε ικανοί να κάνετε καλά αυτόν τον σκύλο τότε αποδεχτείτε την πρόκληση και αν τελικά κερδίσετε τον Τζακ Ράσελ τότε πραγματικά θα νιώσετε σαν να έχετε κερδίσει τον κόσμο!
Όλες οι πληροφορίες (κείμενα και φωτογραφίες) έχουν παρθεί από τις παρακάτω ιστοσελίδες:
EPAGNEUL BRETON, SPRINGER SPANIEL, LABRADOR RETRIEVER, JACK RUSSELL TERIER
Προμήθεια κατάλληλων πιστοποιημένων φυτών εμβολιασμένων μυκορριζικά με είδη του γένους Tuber (τρούφες) (01-07-2013)
Η επιλογή των κατάλληλων φυτών για τη δημιουργία μιας μελλοντικής φυτείας τρούφας, είναι με τη σειρά του ένας βασικός παράγοντας για την επιτυχία της καλλιέργειας. Άφου έχουμε λάβει υπόψη όλα τα προηγούμενα κριτήρια (pH, έδαφος, περιοχή κ.λ.π.) καλούμαστε στην παρούσα φάση να επιλέξουμε το είδος του δασικού δέντρου που θα μας δώσει την καλύτερη μελλοντική μας παραγωγή και σε διάρκεια ετών αλλά και σε ποιότητα και ποσότητα.
Από τη στιγμή που αποφασίζουμε ουσιαστικά να εισαγάγουμε μια αγροτική καθαρά καλλιέργεια πρέπει να γνωρίζουμε εκ των προτέρων ότι η επιλογή κατάλληλων φυτών θα μας λύσει πολλά (και πολλές φορές δυσεπίλυτα) μελλοντικά προβλήματα που σίγουρα θα παρουσιαστούν.
Παρακάτω αναφέρονται μερικοί από τους εισαγωγείς και εμπόρους φυτικού υλικού στην ελληνική περιφέρεια με μεγάλη εμπειρία στο αντικείμενο της εγκατάστασης και της λειτουργίας μιας τρουφοκαλλιέργειας.