Η κατάρτιση Δασικών Χαρτών θα μπορούσε να επισπεύσει όλες τις διαδικασίες για τις οποίες τώρα απαιτείται η έκδοση πράξης χαρακτηρισμού, οπότε κατ' επέκταση να μειώσει την ταλαιπωρία των πολιτών, τις καθυστερίσεις, αλλά και να αποσυμφορίσει τα Δασαρχεία από δυσανάλογο φόρτο εργασίας (τουλάχιστον εκείνα που έχουν πολλά αιτήματα για έκδοση πράξεων χαρακτηρισμού), ώστε αυτά να μπορούν να αφιερώσουν περισσότερο χρόνο σε ζητήματα προστασίας, διαχείρισης και ανάπτυξης δασών, δηλαδή να πρέπει να εφαρμόζουν περισσότερο την Δασολογική επιστήμη και λιγότερο τον Δημοσιοϋπαλληλικό κώδικα.
Η αίσθηση που έχω όμως είναι ότι η κεφαλή της Διοίκησης επικεντρώνεται στην παραγωγή όγκου έργου και όχι ποιότητας. Δηλαδή υπάρχει πίεση για ανάρτηση δασικών χαρτών ώστε να φανεί ότι παράγεται έργο και όχι για ανάρτηση "ορθών" χαρτών. Οπότε, ανάλογα με την περίπτωση και ειδικότερα με την ποιότητα και ποσότητα του προσωπικού που ασχολείται σε κάθε Δ/νση Δασών (μπορεί να είναι από 1 Δασολόγο έως και 5, γενικά ανάλογα με την περίπτωση υπάρχει μεγάλη μεταβλητότητα), αναπόφευκτα θα καταρτιστούν χάρτες διάφορης ποιότητας.
Προφανως, οι καλής ποιότητας χάρτες θα είναι δύο βήματα μπροστά, ενώ η κακής ποιότητας τρία πίσω. Γενικά, η κατάρτισή τους είναι απαραίτητη, αλλά πρέπει να γίνει με σοβαρό, μεθοδικό τρόπο και όχι βεβιασμένα. Δυστυχώς στην Χώρα μας αφήνουμε πολλά πράγματα για "μετά" και όταν φτάσει το "μετά", προσπαθούμε να κάνουμε πολλά πράγματα σε μικρό χρονικό διάστημα, υπό πίεση, χωρίς προετοιμασία και αναπόφευκτα η ποιότητα του αποτελέσματος είναι αμφίβολη.
Κατά τη γνώμη μου το βάρος πρέπει να "πέσει" στην κατάρτισή καλής ποιότητας Δ.Χ., επειδή από την φύση του το εγχείρημα είναι δύσκολο, αφού απαιτείται ο χαρακτηρισμός μεγάλων επιφανειών που συχνά παρουσιάζουν μεγάλη μεταβλητότητα όσον αφορά τη μορφή τους, αλλά και για άλλους λόγους. Γεγονός που επιβαρύνεται από ιδιομορφίες της Χώρας μας (κατακερματισμός δασών, κ.α.). Επομένως, τα τμήματα χαρτογραφήσεων των Δ/νσεων Δασών πρέπει να στελεχώνονται με αρκετό προσωπικό, με έμπειρο προσωπικό και με προσωπικό που έχει κλίση προς τα ζητήματα χαρακτηρισμών. Θέλω να πιστεύω ότι αυτό συμβαίνει στις περισσότερες των περιπτώσεων, όμως έχω την αίσθηση ότι τα εν λόγω τμήματα σε ορισμένες Δ/νσεις Δασών αντιμετωπίζονται ως "ανεπιθύμητα" τμήματα, λόγω ευθυνών, φόρτου εργασίας και άλλων ζητημάτων, με αποτέλεσμα να στελεχώνονται από μικρό αριθμό προσωπικού, γεγονός που σε συνδυασμό με πίεση για παραγωγή ποσότητας έργου, αναπόφευκτα θα ζημιώσει την ποιότητα.
Επιπλέον, η έκδοση πράξης χαρακτηρισμού του άρθρου 14 του Ν.998/79, δηλαδή η "προσωρινή επίλυση δασικών αμφισβητήσεων" κρατεί από το 1978 έως σήμερα, ενώ παρεμβάλεται και η έκδοση πολυάριθμων "βεβαιώσεων", αμφιβόλου ποιότητας, οι οποίες εκδόθηκαν με αστείες διαδικασίες, συγκριτικά με την διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 14. Αυτές έχουν ισχύ πράξης χαρακτηρισμού, αλλά επειδή για πολλές δεν έχουν τηρηθεί οι διαδικασίες δημοσιότητας που προβλέπονται στο εν λόγω άρθρο, δεν έχουν τελεσιδικήσει. Τα προηγούμενα σε συνδυασμό με το γεγονός ότι σε αρκετές δασικές υπηρεσίες δεν υπάρχουν σε ηλεκτρονική μορφή οι λοιπές διοικητικές πράξεις που σχετίζονται με τον χαρακτήρα εκτάσεως και πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά την κατάρτιση των Δασικών Χαρτών (παραχωρητήρια, Π.Δ.Α., κηρύξεις εκτάσεων ως αναδασωτέες, εγκρίσεις επεμβάσεων, κ.α.), με κάνουν να αμφιβάλω για το μέλλον του Δασολογίου, Δασικών Χαρτών, κλπ. Δηλαδή, ένα προσωρινό μέτρο έγινε τόσο μόνιμο, ώστε σήμερα δεν είναι εύκολο να κάνουμε το επόμενο βήμα και αυτό το βήμα να είναι ποιοτικότερο του προηγουμένου.
Όσον αφορά τη Δασική Πολιτική, αυτό είναι κατά τη γνώμη μου πολύ μεγάλο θέμα. Προτίστως χρειάζεται φορέας για να την ασκήσει, οπότε χρειάζεται αναδιάρθρωση της Δασικής Υπηρεσίας. Ανακατανομή του προσωπικού και επανακαθορισμός αρμοδιοτήτων και διαδικασιών, ώστε από την μία να μπορεί και από την άλλη να υποχρεωθεί να ασχοληθεί με παραγωγικές/αναπτυξιακές δρασεις, δηλαδή με την διαχείριση, ανάπτυξη και προστασία των δασών, την στήριξη του εισοδήματος του ορεινού πληθυσμού μέσω ανάπτυξης της κτηνοτροφίας, των δασικών συνεταιρισμών κλπ. Πράγμα πολύ δύσκολο να γίνει, για πολλούς και διάφορους λόγους. Ενδεικτικά αναφέρω ότι η Ακρόπολη και πολλά άλλα "θαύματα" έγιναν κατά το χρυσό αιώνα του Περικλή και όχι εν μέσω κρίσης. Κατά την γνώμη μου, είναι όνειρο θερινής νυκτός να πιστεύουμε ότι η "κρίση" είναι ευκαιρία, τουλάχιστον όσον αφορά την βελτίωση του Κράτους και των υπηρεσιών του. Να μην θεωρηθεί ότι ισοπεδώνω όμως, σίγουρα γίνονται και θετικές ενέργειες.
Τέλος, ένα θέμα κατά την γνώμη μου είναι το να αρχίσουμε να συνυπολογίζουμε (βάσει Νόμου δηλαδή που πρέπει να αλλάξει, όπως και οι σχετικές επιταγές του Συντάγματος, όχι αυθαίρετα) και το ποια έκταση θα έπρεπε να είναι δάσος και όχι μόνο ποιά έγινε δάσος. Γιατί να υποχρεωνόμαστε από τον Νόμο να χαρακτηρίσουμε ως δάση, πρώην γεωργικές εκτάσεις, εντός ευρύτερων γεωργικών περιοχών, χωρίς μεγάλη κλίση εδάφους και με έδαφος κατάλληλο για γεωργική εκμετάλλευση, για τον μοναδικό λόγο ότι εγκαταλείφθηκαν και δασώθηκαν; Ακόμα και όταν το δάσος στην συγκεκριμένη εκείνη έκταση δεν έχει ιδιαίτερη παραγωγική ή αισθητική ή προστατετυτικη κλπ αξία. Ομοίως, εκτάσεις ακατάλληλες για καλλιέργεια, π.χ. επί διαβρωμέων κλιτύων με >40% κλίση, με έδαφος ακατάλληλο για γεωργική εκμετάλλευση, χαρακτηρίζονται ως γεωργικές, για τον μοναδικό λόγο ότι κατά τον πόλεμο/κατοχή, άνθρωποι που πεινούσαν, τις καλλιεργούσαν για ένα κομμάτι ψωμί, με γκασμάδες και φυσικά δεν δασώθηκαν ποτέ, διότι είναι σχεδόν αδύνατο να εγκατασταθεί εκεί δάσος λόγω απουσίας εδάφους, κλπ. Βέβαια, μπορεί το Δασαρχείο να τις κηρύξει ως αναδασωτέες για προστατευτικούς λόγους, αλλά αυτό είναι μία άλλη, μεγάλη συζήτηση και ήδη είπα πολλά.
Υ.Γ. Όσα αναφέρω για τους δασικούς χάρτες είναι η αίσθηση που έχω, μπορεί να πέφτω και έξω, ελπίζω να πέφτω έξω. Να μην θεωρηθεί ότι εκφέρω εμπεριστατωμένη άποψη, βασισμένη σε αδιάσειστα στοιχεία.